Νικητῶν

Νικητῶν
Νικήτας
masc gen pl (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • νικητῶν — νικητής winner masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αναγραφή — Κατάλογος των νικητών στους Πανελλήνιους αγώνες της αρχαιότητας, ιδιαίτερα στην Ολυμπία και τουςΔελφούς.Αρχικά τα ονόματα των νικητών χαράσσονταν σε στήλες, αλλά οι κατάλογοι αυτοί δενήταν πλήρεις και γι’ αυτό κατά τον 4o αι. π.Χ. έγινε η πρώτη α …   Dictionary of Greek

  • Panhellenic Union of Fighting Youths — The Panhellenic Union of Fighting Youths (Greek: Πανελλήνιος Ένωσις Αγωνιζόμενων Νέων, Panellínios Énosis Agonizómenon Néon), abbreviated as PEAN (ΠΕΑΝ) was a Greek Resistance organization during the Axis Occupation of Greece in the Second World… …   Wikipedia

  • Ολυμπία — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… …   Dictionary of Greek

  • Ολύμπια — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… …   Dictionary of Greek

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • θεόφιλος — I (4ος αι. π.Χ.). Ποιητής της Μέσης κωμωδίας. Διασώθηκαν οι τίτλοι οκτώ κωμωδιών του: Ιατρός, Παγκράτεια, Βοιωτία, Νεοπτόλεμος, Επιδαύριος, Προιτίδες, Απόδημος και Φίλαυλος. Ο προτελευταίος και τελευταίος τίτλος αναφέρονται, αντίστοιχα, στα… …   Dictionary of Greek

  • θρίαμβος — I Δημόσια πανηγυρική τελετή που πραγματοποιούσαν οι νικητές στρατηγοί στην αρχαία Ρώμη. O θ. οργανωνόταν μόνο ύστερα από αίτηση του στρατηγού δικτάτορα, ύπατου, ανθύπατου ή πραίτορα και με άδεια της Συγκλήτου. Περιλάμβανε μια μεγάλη πομπή, η… …   Dictionary of Greek

  • καδμείος — α, ο (Α καδμεῑος, εία, ον, ιων. τ. καδμήιος, ίη, ον, θηλ. και καδμηίς, ίδος, ποιητ. τ. καδμέιος [Κάδμος] 1. αυτός που προέρχεται από τον Κάδμο ή ανήκει ή αναφέρεται στον Κάδμο, τον θεμελιωτή τών αρχαίων Θηβών 2. φρ. α) «καδμήια γράμματα» οι… …   Dictionary of Greek

  • καλλιστέφανος — η, ο (Α καλλιστέφανος, ον) αυτός που φορά ωραίο στεφάνι («τὸν παρὰ καλλιστεφάνοις εὐφροσύναις δαίμονα», Ευρ.) αρχ. φρ. «καλλιστέφανος ἐλαία» (στην Ολυμπία) άγρια ελιά από την οποία λαμβάνονταν τα στεφάνια τών νικητών («ἐν τῳ Πανθείῳ ἐστὶν ἐλαία,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”